Σαν ήρεμη δύναμη λειτουργούν οι Hypnotic Nausea εδώ και μια δεκαετία. Στοχεύοντας στην ουσία και την λεπτομέρεια και όχι στον εύκολο και γρήγορο εντυπωσιασμό έχουν καταφέρει να κάνουν αισθητή την παρουσία τους, καταθέτοντας δουλειές που χαρακτηρίζονται από αρτιότητα. Δεν υπάρχουν άλλωστε πολλά εγχώρια σχήματα που να έχουν στο ενεργητικό τους μια τριάδα από concept άλμπουμ. Με αφορμή, λοιπόν, την ολοκλήρωση της τριλογίας με το ολόφρεσκο The Age of Nothing αλλά και την επικείμενη ζωντανή παρουσίαση του την Κυριακή 18 Μαΐου στο An, όπου θα μοιραστούν για άλλη μια φορά τη σκηνή με τους ατμοσφαιρικούς και απολύτως ταιριαστούς Church of the Sea, μιλήσαμε με τους τρεις μουσικούς για όλη τη μέχρι σήμερα διαδρομή της μπάντας.
Και αυτή τη φορά ο δίσκος σας χτίζεται γύρω από ένα concept, θα θέλαμε να μας δώσετε μερικές περαιτέρω πληροφορίες πέραν αυτών που περιλαμβάνονται στο δελτίο τύπου ώστε να κατανοήσουμε σε βάθος την ιδέα που διατρέχει τις συνθέσεις.
Γιώργος: Το άλμπουμ αφηγείται μια σκοτεινή, μελλοντική πραγματικότητα όπου η τεχνολογία έχει διαβρώσει την ανθρώπινη επαφή και ελευθερία. Μέσα από ήχους, ραδιοσήματα και αφηγήσεις, περιγράφεται η κατάρρευση της επικοινωνίας, η αποξένωση των ανθρώπων και η καταπίεση από ένα τεχνολογικό σύστημα που υποκαθιστά τη σύνδεση με έλεγχο.
Monkey: Καθώς οι άνθρωποι χάνονται σε έναν κόσμο ψηφιακών avatar και τεχνητών βελτιώσεων, παγιδεύονται στα όνειρα και τις προσδοκίες των άλλων, αδυνατώντας να επανασυνδεθούν με τον αληθινό εαυτό τους.
Ωστόσο, μέσα στο χάος, γεννιέται μια αντίσταση που παλεύει για την ελπίδα, την ελευθερία και την αποκατάσταση της ανθρωπιάς, με την τελευταία νότα του άλμπουμ να αφήνει ανοιχτή την πιθανότητα μιας νέας αρχής.
Πώς καταλήγετε στην ισορροπία μεταξύ instrumental κομματιών και τραγουδιών με στίχους; Πότε νιώθετε ότι οι λέξεις είναι απαραίτητες για να συμπληρώσουν τη μουσική;
monkey: Η ισορροπία προκύπτει οργανικά, μέσα από τη διαδικασία της σύνθεσης και την ανάγκη κάθε κομματιού. Υπάρχουν στιγμές όπου η μουσική από μόνη της είναι αρκετά εύγλωττη και μπορεί να μεταφέρει το συναίσθημα ή την αφήγηση χωρίς την παρουσία λόγου. Ωστόσο, όταν ένα θέμα απαιτεί σαφήνεια ή όταν το νόημα δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά μέσω του ήχου, τότε οι στίχοι γίνονται αναπόφευκτοι. Οι λέξεις λειτουργούν σαν οδηγός για τον ακροατή, προσθέτοντας βάθος ή εστιάζοντας την εμπειρία. Σε κάθε περίπτωση, η επιλογή βασίζεται στην ειλικρίνεια της στιγμής και στο τι εξυπηρετεί καλύτερα την αφήγηση του εκάστοτε έργου.
Γιώργος: Σίγουρα! Για εμένα, αρκετές φορές όμως δεν είναι θέμα ισορροπίας, αλλά σκοπού. Κάποιες ιδέες είναι τόσο αφηρημένες ή συναισθηματικά φορτισμένες που χρειάζονται τον χώρο και την ελευθερία που προσφέρει η καθαρή μουσική — χωρίς λέξεις να τις περιορίζουν. Άλλες φορές, οι στίχοι δρουν σαν φωνή της συνείδησης, δίνουν μορφή σε σκέψεις και προσφέρουν άμεση σύνδεση με τον ακροατή. Όταν γράφουμε σκεφτόμαστε τη μουσική σαν έναν ενιαίο ζωντανό οργανισμό: άλλοτε ψιθυρίζει, άλλοτε μιλάει καθαρά. Το ερώτημα δεν είναι πότε «πρέπει» να μπουν λέξεις, αλλά πότε δεν αρκεί πια η σιωπή.
Το artwork του άλμπουμ για άλλη μια φορά είναι εντυπωσιακό, θα θέλαμε να μάθουμε πώς αυτό συνδέεται με το περιεχόμενο κι αν αυτό διαμορφώνεται κατά την ηχογράφηση ή έπεται της ολοκλήρωσης του υλικού;
monkey: Σας ευχαριστούμε πολύ! Το artwork είναι πάντα αναπόσπαστο κομμάτι της αφήγησης. Συνήθως γεννιέται παράλληλα με τη μουσική, καθώς οπτικοποιούμε το περιβάλλον και την ατμόσφαιρα του άλμπουμ όσο ακόμα διαμορφώνεται ο ήχος. Δεν είναι απλώς συνοδευτικό στοιχείο, αλλά μια προέκταση του ίδιου του κόσμου που δημιουργούμε. Συχνά, εικόνες ή σύμβολα που προκύπτουν στη διάρκεια της ηχογράφησης μάς καθοδηγούν και αισθητικά. Άλλες φορές, το εξώφυλλο ολοκληρώνεται στο τέλος, σαν τελική σφραγίδα που συνοψίζει αυτό που βιώσαμε δημιουργικά. Σκοπός είναι πάντα να υπάρχει συνέπεια ανάμεσα στο ηχητικό και το οπτικό τοπίο, ώστε ο ακροατής να βιώνει το έργο με όλες τις αισθήσεις.
Γιάννης: Το εξώφυλλο, για εμάς, δεν είναι διακοσμητικό στοιχείο. Είναι σαν ένα καρέ από μια ιστορία που δεν ειπώθηκε με λόγια. Εκεί που η μουσική υπαινίσσεται, η εικόνα αποκαλύπτει. Συνεργάζεται με τον ήχο για να δημιουργήσει μια πλήρη εμπειρία, σχεδόν κινηματογραφική. Το βλέπουμε σαν έναν “σταθμό μετάδοσης”, μια στιγμή παγωμένη στον χρόνο που κουβαλά όλη τη φόρτιση του άλμπουμ.
Θα θέλαμε να μας πείτε μερικά πράγματα για τον τρόπο δουλειάς που ακολουθείτε. Η όλη διαδικασία ξεκινάει από τη στιγμή που καταλήξετε στο concept και κατόπιν σχηματοποιούνται οι συνθέσεις ή το jam στο studio είναι η κινητήρια δύναμη;
Γιώργος: Η διαδικασία διαφέρει κάθε φορά, αλλά τις περισσότερες φορές όλα ξεκινούν από μια βασική ιδέα ή ένα concept που μας απασχολεί — θεματικά, αισθητικά ή συναισθηματικά. Από εκεί και πέρα, είτε καθοδηγεί τις συνθέσεις είτε τις «χρωματίζει» εκ των υστέρων. Το jam στο στούντιο, όμως, παραμένει βασικό εργαλείο· είναι η στιγμή που τα πάντα ζωντανεύουν και οι αφηρημένες ιδέες μετατρέπονται σε ήχο. Αυτή η αυθόρμητη ενέργεια είναι συχνά η κινητήρια δύναμη. Μετά, ακολουθεί μια πιο στοχευμένη δουλειά όπου δίνουμε μορφή, συνοχή και αφήγηση στο υλικό. Δεν υπάρχει μία συνταγή — κρατάμε πάντα ανοιχτό το πεδίο για να αφήσουμε χώρο σε αυτό που δεν περιμέναμε.
Γιάννης: Ξεκινάμε συλλέγοντας ήχους, λέξεις, υφές – σαν να συγκεντρώνουμε πρώτες ύλες. Προσωπικά θεωρώ πως το concept δεν υπάρχει εξαρχής· χτίζεται σιγά σιγά, μέσα από το υλικό που προκύπτει.
Μιας και έχουν περάσει δέκα χρόνια από το ντεμπούτο σας και με δεδομένο πως οι τρεις κυκλοφορίες σας μπορούν να ειδωθούν ως μια άτυπη τριλογία, αναρωτιόμαστε πώς βλέπετε με την απόσταση του χρόνου το Hypnosis και το The Death of All Religions. Επίσης, για όσους δεν είχαν προμηθευτεί αυτές τις δύο κυκλοφορίες σε φυσική μορφή, υπάρχει τρόπος να τις αποκτήσουν;
monkey: Με την απόσταση του χρόνου, βλέπουμε το Hypnosis και το The Death of All Religions σαν δύο στιγμές που αποτυπώνουν ξεκάθαρα τις διαφορετικές φάσεις της αναζήτησής μας, τόσο ηχητικά όσο και θεματικά. Το Hypnosis ήταν μια πιο ενστικτώδης, εσωτερική καταγραφή, σχεδόν ωμή, ενώ το Death of All Religions σηματοδότησε μια μετάβαση προς κάτι πιο δομημένο και εξωστρεφές, αν και πιο ‘βαρύ’ θεματολογικά, με μεγαλύτερο βάρος στη σύλληψη και το αφήγημα.
Γιάννης: Μαζί με το νέο άλμπουμ, σχηματίζουν την πρώτη μας τριλογία που τοποθετούν στο επίκεντρο θέματα που αφορούν την κοινωνία ως σύνολο, σαν τρεις πράξεις της ίδιας διαδρομής.
Όσον αφορά τις φυσικές κόπιες, γνωρίζουμε πως υπάρχει ενδιαφέρον και εξετάζουμε το ενδεχόμενο επανέκδοσης του εξαντλημένου The Death of Religions. Όσοι ενδιαφέρονται, μπορούν να επικοινωνήσουν απευθείας μαζί μας ή να παρακολουθούν τα κανάλια μας για σχετικές ανακοινώσεις.
Ποια είναι η συγκολλητική ουσία που σας ένωσε ως συγκρότημα και σας κρατάει μαζί από την αρχή; Επιπλέον, ποια τα κοινά ακούσματα σας που συνέβαλαν στη διαμόρφωση του ήχου σας;
Γιώργος: Η μουσική υπήρξε πάντα για εμάς τρόπος έκφρασης και επικοινωνίας. Αυτό το βαθύ, άρρητο δέσιμο είναι η συγκολλητική μας ουσία. Δεν πρόκειται μόνο για κοινά ακούσματα, αλλά για κοινούς προβληματισμούς, κοινούς φόβους και εμμονές. Αν έπρεπε να αναφέρουμε κάποιες επιρροές, θα λέγαμε The Clash, Massive Attack, Nine Inch Nails, Godspeed You! Black Emperor — όχι γιατί ακούγονται στη μουσική μας, αλλά γιατί εκφράζουν το μήνυμα και τη σύγκρουση που πάντα ψάχνουμε κι εμείς.
monkey: Επίσης, η μεταξύ μας χημεία που μάς επιτρέπει να αυτοσχεδιάζουμε χωρίς φίλτρο, να πειραματιζόμαστε χωρίς φόβο. Τα κοινά ακούσματά μας κινούνται μεταξύ post-rock, dark ambient και industrial — είδη που από τη φύση τους είναι ανοιχτά, υβριδικά και μας επέτρεψαν να χτίσουμε ένα προσωπικό ηχητικό λεξιλόγιο.
Γιάννης: Και η αστείρευτη αγάπη μας και πίστη σε αυτό που λέμε “ροκ μπάντα”. Πιστεύουμε πως οι ομάδες και ιδιαίτερα οι παρέες μπορούν ακόμη να γεννούν μαγικές στιγμές!
Έχοντας πλέον στα χέρια σας το νέο άλμπουμ, πώς σχεδιάζετε να κινηθείτε για την προώθηση του; Να περιμένουμε έντονη συναυλιακή παρουσία; Το κομμάτι εκτός Ελλάδας πόσο σας απασχολεί και πόσο εφικτό θεωρείτε πώς είναι;
Γιάννης: Για εμάς, το βασικό δεν είναι να “προωθήσουμε” το άλμπουμ με την παραδοσιακή έννοια, αλλά να το τοποθετήσουμε στο σωστό πλαίσιο. Αν προκύψουν συναυλίες που έχουν νόημα, θα τις στηρίξουμε — όχι για να γεμίσουμε το ημερολόγιο, αλλά για να στηθεί μια εμπειρία που αξίζει. Το εξωτερικό σίγουρα μας ενδιαφέρει, αλλά θέλουμε πρώτα να χτίσουμε κάτι ουσιαστικό, κι αν αυτό βρει απήχηση πέρα από εδώ, θα είναι μια φυσική εξέλιξη.
Στις 18 Μαΐου θα εμφανιστείτε στο An μαζί με τους Church of the Sea, σε ένα live πακέτο που τουλάχιστον για τα δικά μας αυτιά μοιάζει ιδανικό. Τι θα περιλαμβάνει από πλευράς σας το σετ και πώς έχετε φανταστεί εκείνη τη βραδιά;
Γιώργος: Γεμάτη με φίλους, πάνω και κάτω από την σκηνή, σαν γιορτή! Κι εμείς νιώθουμε πως η συνύπαρξη με τους Church of the Sea έχει ιδιαίτερη χημεία, όχι μόνο μουσικά αλλά και αισθητικά. Το σετ μας θα βασιστεί κυρίως στο νέο άλμπουμ, το οποίο και θα παρουσιάσουμε ολόκληρο ζωντανά για πρώτη φορά μαζί με κάποια τραγούδια από τα προηγούμενα δυο άλμπουμ.
Κλείνοντας θα θέλαμε να μοιραστείτε μαζί μας μια ιστορία ή περιστατικό από πρόβα ή συναυλία που έχει μείνει στη μνήμη σας είτε για θετικούς είτε για αρνητικούς λόγους.
monkey: Έχω την εντύπωση πως το έχουμε ξαναπεί αλλά δεν νομίζω πως υπάρχει σκηνικό να το ξεπεράσει. Παίζουμε σε κάποιο φεστιβάλ και τα παιδιά στα εισιτήρια μας λένε για τυπάρα που ρωτάει πότε παίζουν τα παιδιά από την Νάουσα. Του απαντάνε πως παίζουμε την πρώτη μέρα αλλά ότι είμαστε από το Αγρίνιο και όχι από την Νάουσα. Και την στιγμή που του το λένε απαντάει ‘’Δεν είναι από την Νάουσα; Τότε δεν θέλω εισιτήριο…’’ και γυρίζει και φεύγει!
Γιάννης: Τί να πω; Τοπικιστής. Χαχα!
Ευχαριστούμε πολύ για το χρόνο σας!
Γιώργος: Κι εμείς σας ευχαριστούμε για το ενδιαφέρον και την στήριξή σας! Σας περιμένουμε την Κυριακή στο An! Ελάτε από νωρίς!
Ερωτήσεις: Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος