Tuber – Joyful Science (Neda Records, 2023)
Περιμέναμε με ιδιαίτερη ανυπομονησία τη νέα δουλειά των Σερραίων Tuber καθότι η μέχρι σήμερα δισκογραφία τους είναι πραγματικά θαυμάσια. Τα LP Desert Overcrowded (2013) και Out Of The Blue (2017) ξεχώρισαν για την ποιότητα και την φρεσκάδα τους, ενώ το εκπληκτικό ομώνυμο EP (2010), με το οποίο μας συστήθηκαν, είναι απαραίτητο απόκτημα για κάθε ενημερωμένη δισκοθήκη. Παρακολουθώντας live το γκρουπ σε μια αθηναϊκή εμφάνιση τον περασμένο φθινόπωρο, το αίσθημα της αδημονίας αυξήθηκε περισσότερο μιας και η επιθυμία να ακούσουμε κάτι νέο ήταν πολύ έντονη, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη πως είχαν παρέλθει ήδη έξι χρόνια από το τελευταίο τους πόνημα. Η πρώτη ακρόαση του single Joyful Science, με το οποίο η μπάντα επέλεξε να προλογίσει το φερώνυμο άλμπουμ, δεν προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση. Οι επαναληπτικές ακροάσεις όμως υπήρξαν αποκαλυπτικές, καθιστώντας το κομμάτι εθιστικό. Αυτό νομίζω είναι το μοτίβο που χαρακτηρίζει και ολόκληρο το Joyful Science, πρέπει να το ακούσεις πολλές φορές (κατά προτίμηση από ακουστικά) και πάντα ως σύνολο κι όχι ως μονάδες για να το εκτιμήσεις. Με αυτό τον τρόπο θα ανακαλύψεις τις μικρές λεπτομέρειες στις οποίες κρύβεται η σπουδαιότητα του. Η λεπτοδουλειά στις κιθάρες, τα πλούσια synths που φλερτάρουν με την synthwave αισθητική, η τρομερή rhythm section πάνω στην οποία χτίζονται οι συνθέσεις καθώς και οι πολλαπλές στρώσεις που δημιουργούν αυτό τον μεστό ήχο μπορεί να μην γίνονται αντιληπτές με την πρώτη επαφή αλλά κάθε επόμενη φορά λειτουργεί υπέρ του υλικού. Το Joyful Science ίσως να μην είναι τόσο φιλόδοξο όσο ο προκάτοχος του, ο οποίος χαρακτηριζόταν από την ουσιαστική ένταξη των synth στον ήχο τους και την σταδιακή απομάκρυνση από τις heavy rock καταβολές, αλλά είναι ένας πλήρης, καλοδουλεμένος δίσκος. Σαφώς μια από τις ποιοτικότερες εγχώριες κυκλοφορίες του 2023. Οι Tuber είναι ένα διαμαντάκι εντός της ελληνικής εναλλακτικής σκηνής που ξεχωρίζει από μακριά και πάντα θα προσδοκούμε κάτι νέο από αυτούς. Στο μεταξύ ακούμε ξανά και ξανά όλα τα ηχογραφήματα τους.
Sugar Factory – Trouble Times in Waveland (Self Release, 2023)
Από τις Σέρρες κατευθυνόμαστε στο κοντινό Κιλκίς για να συναντήσουμε την καινούρια κυκλοφορία των Sugar Factory. Κάθε φορά που ο Στέλιος Γκαγκάρης και η εναλλασσόμενη παρέα του έχουν μια νέα ηχογράφηση, το μόνο βέβαιο είναι πως θα ακούσουμε κάτι ενδιαφέρον. Το πρόσφατο Trouble Times in Waveland είναι σαφώς λιγότερο πειραματικό σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη δουλειά τους, το Liminal Spaces (Submersion Records, 2022), αλλά η ποιότητα του υλικού διατηρείται σε υψηλά επίπεδα. Αν έπρεπε να περιγράψουμε συνοπτικά τον ήχο του Trouble Times in Waveland πιθανότατα θα καταφεύγαμε στον όχι και τόσο δόκιμο όρο “post rock”, αν και είναι ξεκάθαρο πως τα θεμέλια του βρίσκονται στον εναλλακτικό κιθαριστικό ήχο των 80s και 90s. Ωστόσο οι instrumental συνθέσεις που απαρτίζουν το άλμπουμ χαρακτηρίζονται από μια τεχνοτροπία και μια ατμόσφαιρα που δικαιολογούν την επίκληση του παραπάνω μουσικού είδους. Παρότι ο δίσκος ακούγεται αποκλειστικά στην ολότητα του και κατ’ επανάληψη, προσωπικά από τις έξι συνθέσεις έχω μια ιδιαίτερη προτίμηση στα ρυθμικά Battery Girl και Codeine, αλλά το κριτήριο είναι προφανώς υποκειμενικό. Σε κάθε περίπτωση, το Trouble Times in Waveland είναι ένα άλμπουμ προορισμένο να λειτουργεί ως ιδανική συντροφιά για ταξίδια, βόλτες, περιπλανήσεις κτλ. Το συστήνουμε ανεπιφύλακτα.
Diesel Cindy – Spill The Dirt (Sound Effect Records, 2023)
Λίγο πριν την εκπνοή του 2023 οι Diesel Cindy παρουσίασαν την πρώτη δισκογραφική τους κατάθεση με τίτλο Spill The Dirt. Το αθηναϊκό κουαρτέτο είναι αρκετά φρέσκο, αν και τα μέλη του θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν “παλιές καραβάνες”, για να δανειστούμε τη γνωστή φράση από το στρατό. Αν λοιπόν ψάξουμε λίγο περισσότερο τα ονόματα των μουσικών, θα βρούμε συμμετοχές σε μπάντες όπως One Man Drop, Headquake, Vibratore Bizarro, Delightful, The Same River και αρκετές ακόμα. Συνεπώς δεν μιλάμε ούτε για πιτσιρικάδες, ούτε για άπειρους μουσικούς. Το υλικό που ηχογράφησαν έχει εμφανώς ως βάση το garage rock, με ισχυρές δόσεις από heavy rock (η αναφορά των ονομάτων των γκρουπ παραπάνω δικαιολογούν μια τέτοια κατεύθυνση) και μπόλικη βρωμιά (για να επιβεβαιωθεί και ο τίτλος του δίσκου). Μέσα σε ένα μισάωρο (ιδανική διάρκεια για ένα τέτοιο εγχείρημα) το σχήμα μας παρουσιάζει μια σειρά γκαζομένων, ρυθμικών, λιτών συνθέσεων με κορυφαία, κατά την άποψη μας, το Seeds. Από κοντά ακολουθούν τα Sons of Nothing, Bazooka Witch και Chieftains. Για το φινάλε ωστόσο επελέγη ένα κομμάτι απρόσμενο, το The Walk, το οποίο κινείται σε low tempo και χτίζεται πάνω στις μελωδίες του πιάνου, εκτός δηλαδή του κλίματος του υπόλοιπου άλμπουμ, αλλά πιθανώς μια διαφορετική πτυχή του συγκροτήματος που ήθελε να καταγραφεί κι αυτή στο ντεμπούτο του. Έχοντας δει πρόσφατα τους Diesel Cindy ζωντανά, μπορούμε να σας διαβεβαιώσουμε πως όλες οι συνθέσεις ακούγονται live ακόμα πιο δυνατές και με ενέργεια που ξεχειλίζει. Αν σας δοθεί η ευκαιρία, αξίζει σίγουρα να τους παρακολουθήσετε.
Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος