Hypnotic Nausea – The Age of Nothing (One Little Victory Records, 2025)
Όταν κυκλοφόρησε πριν δέκα χρόνια το Hypnosis, το ντεμπούτο των Hypnotic Nausea, κάποιοι εξ ημών στοιχημάτισαν πως το συγκεκριμένο γκρουπ είχε τις δυνατότητες και τις προοπτικές για να κάνει σημαντικά πράγματα στο μέλλον. Τέσσερα χρόνια αργότερα ήρθε το The Death of All Religions να πιστοποιήσει την παραπάνω άποψη. Τώρα πια περιμένουμε κάθε νέα τους δουλειά με μια φυσική βεβαιότητα πως κάτι καλό θα ακούσουμε. Με το πρόσφατο The Age of Nothing ουσιαστικά ολοκληρώνουν μια τριλογία θεματικών άλμπουμ. Εδώ το concept περιστρέφεται γύρω από τη σύγχρονη τεχνολογία και τις επιπτώσεις που αυτή έχει στις ζωές και κατ’ επέκταση στα μυαλά των ανθρώπων. Οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε πως για να αντιληφθείς την όλη ιδέα αλλά και καθαυτή τη μουσική αξία του δίσκου, πρέπει να τον ακούσεις ολόκληρο και σε καμία περίπτωση αποσπασματικά, ενώ η ανάγνωση των στίχων αλλά και των κειμένων που ακούγονται από τις ηχογραφημένες φωνές, λειτουργεί επεξηγηματικά και θα λέγαμε πως είναι μάλλον επιβεβλημένη. Η ακρόαση των single που προηγήθηκαν ή κάποιου άλλου από τα κομμάτια μεμονωμένα, έξω από το σύνολο, πιθανότατα να θολώνει τα νερά παρά να βοηθάει να πλησιάσεις τον πυρήνα του. Η αλήθεια είναι πως μπήκαμε στον πειρασμό να επιλέξουμε highlight από το tracklist των εννέα συνθέσεων, αλλά εν τέλει θα επιμείνουμε στην άποψη μας για συνολική ακρόαση του άλμπουμ.
Όσον αφορά το μουσικό σκέλος, οι Hypnotic Nausea ακολουθούν τα γνώριμα μονοπάτια τόσο του Hypnosis, όσο -ακόμα περισσότερο- και του The Death of All Religions, με τον ήχο τους να μετεωρίζεται μεταξύ post και prog, με τα καθιερωμένα a la Tool περάσματα (που τόσο έχουμε αγαπήσει) σταθερά παρόντα καθώς και χρήση φωνητικών/ στίχων σε συγκεκριμένα κομμάτια, διατηρώντας άθικτη την instrumental πλευρά τους που χαρακτηρίζει μεγάλο μέρος του ηχογραφημένου υλικού τους. Όπως συνηθίζει το συγκρότημα, και αυτή τη φορά έχει δουλέψει με έμφαση στην κάθε λεπτομέρεια, από την παραγωγή και τη μίξη μέχρι τον artwork και την όλη αισθητική. Εκτιμούμε πάντα τέτοιες προσπάθειες από εγχώρια σχήματα και πραγματικά μας χαροποιεί που οι Hypnotic Nausea μεθοδικά και χωρίς περιττή φασαρία γύρω από το όνομα τους κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα συναρπαστικό, από την αρχή μέχρι το τέλος, άλμπουμ. Πατάμε πάλι play και το ακούμε ξανά με ευχαρίστηση.
Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος
CALYCES – Fleshly waves of probability (Self Released, 2025)
Πόσο χαίρομαι όταν βγαίνουν τέτοιες κυκλοφορίες από συγκροτήματα όπως οι CALYCES. Διότι αν έχει κάτι σημασία στη μουσική σήμερα, είναι να την απολαμβάνεις και αυτό να αντανακλά στο πρόσωπο των ακροατών σου. Οι Αθηναίοι progsters κάνουν ακριβώς αυτό. Αδιαφορούν πόσο προφανείς ή όχι είναι οι επιρροές τους και παίζουν με περίσσια τεχνική κατάρτιση αυτό που τους αρέσει περισσότερο.
Το μείγμα πάνω κάτω είναι γνωστό από την προηγούμενη κυκλοφορία Impulse to soar του 2020. Οι MANTODON-ικές ψυχεδελικές επιρροές (πιο κοντά στην Blood Mountain εποχή) είναι πάλι παρούσες, ενώ ο “λυρισμός” που αποπνέουν οι BARONESS και οι INTRONAUT αν και βρίσκεται πάλι εκεί, έχει χάσει σε χώρο σε σχέση με το παρελθόν. Γενικά, αν λέγαμε ότι ο πρώτος δίσκος ήταν heavy και ευθύς ως προς το παίξιμο, εδώ οι CALYCES αλλάζουν κάπως τα δεδομένα. Ανεβάζουν κατά πολύ το tempo των συνθέσεων, μειώνουν σε χρόνο τα κομμάτια, ενώ τα γεμίζουν με ένα σωρό riffs και ιδέες που δεν χορταίνεις να ακούς. Μιλάμε για έναν εξαιρετικά πυκνογραμμένο δίσκο, που όμως δεν σε κουράζει. Σε πιάνει από το χεράκι και σε οδηγεί ακριβώς εκεί που θέλει. Ούτε ενδιάμεσες διακλαδώσεις, ούτε σημεία ξεκούρασης, ούτε περιττές πληροφορίες. Σαράντα ολόκληρα λεπτά χαοτικού riffing που σταματά μόνο για ξεκινήσει πάλι από την αρχή.
Κάνοντας αυτόν τον κύκλο ακρόασης ξανά και ξανά αναρωτιόμουν αν το Fleshly waves of probability θα είναι το όχημα που θα τους οδηγήσει μακριά από την undergound σκηνή. Όχι για να χάσουν το ύφος ή να στρογγυλέψουν τις μεταλλικές απολήξεις των συνθέσεών τους, αλλά για να γίνει ο δίαυλος όπου περισσότερος κόσμος θα συνδεθεί με την μουσική τους. Μένει να το δούμε, εμείς εδώ είμαστε.
Νίκος Ζέρης
Messier 13 – Stay For A While (Inner Ear, 2025)
Κάποια μουσικά ρεύματα δεν ευδοκίμησαν στη χώρα μας για λόγους πολλούς και διάφορους. Ένα από αυτά είναι δίχως αμφιβολία το shoegaze. Παρότι έχουν παρέλθει σχεδόν 4 δεκαετίες από την εμφάνιση της πρώτης φουρνιάς των γκρουπ που κατηγοριοποιήθηκαν κάτω από αυτόν τον -ελαφρώς άκομψο- όρο, ο αντίκτυπος στα καθ’ ημάς υπήρξε μάλλον περιορισμένος. Επιρροές και ψήγματα της τεχνοτροπίας εντοπίζονταν συχνά αλλά σπανίως κάποιο καθαρόαιμο shoegaze συγκρότημα (για κανονική σκηνή ούτε λόγος…). Τελευταίως κάτι φαίνεται να κινείται, με την παρουσία σχημάτων όπως οι Sugar for the Pill και εσχάτως οι Messier 13, οι οποίοι μας απασχολούν εδώ με το ντεμπούτο τους Stay For A While.
Στην περίπτωση των Messier 13 εκτιμούμε ιδιαίτερα το γεγονός πως έψαξαν αρκετά τον ήχο τους μέχρι να καταλήξουν σε αυτό που τους ταιριάζει, κάτι που είναι εμφανές στα EP που προηγήθηκαν, όπου δεν είχε αποκρυσταλλωθεί η κατεύθυνση που θα ακολουθούσαν. Το ότι δεν ξεκίνησαν να παίξουν με στόχο αποκλειστικά το shoegaze έχει εξάλλου σαν επακόλουθο να αποφύγουν την παγίδα του επιτηδευμένου και στυλιζαρισμένου σε υπερθετικό βαθμό. Αυτό που ακούμε στο Stay For A While είναι μια μπάντα που παίζει αβίαστα και χωρίς προσποίηση συνθέσεις που έχουν δουλευτεί στη λεπτομέρεια και ποντάρουν στην ατμόσφαιρα και την εσωστρεφή διάθεση. Αν δεν έχετε έρθει σε σε επαφή με τη μουσική τους μέχρι τώρα, θα προτείναμε να ξεκινήσετε με το φοβερό “313” όχι απαραίτητα γιατί είναι το πιο αντιπροσωπευτικό αλλά γιατί είναι ένα εντυπωσιακό δείγμα γραφής που κερδίζει το ενδιαφέρον του ακροατή για να ακούσει τη δουλειά ολόκληρη (δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως το επέλεξαν ως single προάγγελο του δίσκου). Από εκεί και πέρα ξεχωρίζουν τα κομμάτια που αποτελούν φόρο τιμής σε κάποιους από τους ήρωες τους (και δικούς μας, επίσης). Το “Kevin” αφιερώνεται στον ηγέτη των MBV (“Wish that my life was simple, yet complicated like the pedals of Kevin”) ενώ το σπαρακτικό “Mimi” στην πρόωρα χαμένη Mimi Parker των Low. Στις δυνατές στιγμές θα προσθέταμε επιπλέον τα “Apartment” και “Boston” όπου το συγκρότημα φανερώνει μερικά από τα προσόντα του και παράλληλα μοιάζει να υπόσχεται μια εξίσου δυνατή συνέχεια. Όταν θα γίνει το καθιερωμένο “ταμείο” με τις εγχώριες κυκλοφορίες που ξεχώρισαν μέσα στη χρονιά, η παρούσα σαφώς δεν θα λείπει.
Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος