ΞΕΚΙΝΩΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΜΗΔΕΝ (;)
Υπάρχει μια γνωστή χιουμοριστική έκφραση που υποστηρίζει ότι αν ο κόσμος καταστρεφόταν σήμερα, η Ελλάδα θα καταστρεφόταν 20 χρόνια μετά, θέλοντας να τονίσει, με τρόπο προφανώς υπερβολικό, πως ό,τι συμβαίνει σε παγκόσμιο επίπεδο φτάνει στην Ελλάδα με σημαντική καθυστέρηση. Στο χώρο της μουσικής θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως, ως ένα βαθμό, η παραπάνω διατύπωση όντως ισχύει. Αν αναλογιστούμε ότι τα σημαντικά μουσικά κινήματα (rock & roll, punk, metal, grunge κτλ) έφτασαν στη χώρα μας με σημαντική χρονοκαθυστέρηση. Μάλιστα για το heavy rock, που μας απασχολεί στην παρούσα περίπτωση, ισχύει ακόμα περισσότερο αν σκεφτούμε ότι η έκρηξη της εγχώριας σκηνής έλαβε χώρα 20 σχεδόν χρόνια μετά το ξέσπασμα του συγκεκριμένου είδους στις ΗΠΑ. Τα «πώς» και τα «γιατί» θα επιχειρήσουμε να εξηγήσουμε στην πορεία.
Βεβαίως σε όλους τους κανόνες υπάρχει και η εξαίρεση και στην περίπτωση της Ελλάδας αυτή ονομάζεται Nightstalker μιας και το γκρουπ ξεκίνησε τη δράση του παράλληλα με τα μεγάλα συγκροτήματα του είδους στα τέλη των 80s – αρχές 90s. Συνεπώς η ιστορία του ελληνικού heavy rock δεν θα μπορούσε παρά να ξεκινά από τους Nightstalker. Για να είμαστε όμως δίκαιοι θα πρέπει να αναφέρουμε ότι πριν από την εμφάνιση των Nightstalker υπήρξαν κι άλλα συγκροτήματα που «φλέρταραν» με το συγκεκριμένο ήχο, από τη δεκαετία του ’70 κιόλας, με πρώτους και καλύτερους τους πολύ σπουδαίους Vavoura Band του αειθαλούς Τζόνι Βαβούρα και του βιρτουόζου της εξάχορδης Γιάννη Δρόλαπα. Το album τους Live-The Early Days αποτελεί ιστορικό ντοκουμέντο καθώς αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο τον ήχο και το ύφος της μπάντας από τα τέλη κιόλας της δεκαετίας τους ’70. Επίσης, όταν μιλάμε για hard/heavy rock στην Ελλάδα, δεν μπορούμε παρά να αποδώσουμε τη σημασία που πρέπει στους Socrates, συγκρότημα πρωτοπόρο για τα δεδομένα της χώρας μας. Είναι άλλωστε κοινώς παραδεκτό ότι αποτέλεσαν ένα από τα καλύτερα και δημοφιλέστερα γκρουπ που ανέδειξε ποτέ η Ελλάδα.
Beginning of What’s About to Happen
i) ΗΠΑ
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 στις ΗΠΑ κάποιοι πιτσιρικάδες ξεκινούσαν την ενασχόληση τους με τη μουσική φτιάχνοντας μερικές από τις μπάντες που έμελλε να σημαδέψουν το εναλλακτικό rock της δεκαετίας του ’90. Οι νεανίες αυτοί αγαπούσαν το punk (συμπεριλαμβανομένου φυσικά και του hardcore), τους Black Sabbath και τον Jimi Hendrix, μεταξύ άλλων. Η δραστηριότητα αυτή λάμβανε χώρα παράλληλα σε δυο πυρήνες. Στο βορρά και συγκεκριμένα στην πόλη που γέννησε τον Hendrix, το Σιάτλ, οι νεαροί εκεί μην αντέχοντας τον μονίμως συννεφιασμένο ουρανό έβρισκαν καταφύγιο στη μουσική, έτσι ξεπήδησαν συγκροτήματα όπως οι Nirvana, Alice in Chains, Melvins, Mudhoney, Pearl Jam, Soundgarden και Screaming Trees, που κυριάρχησαν τα επόμενα χρόνια διεθνώς, με τη μουσική τους να ονομάζεται grunge.
Από την άλλη, την ίδια περίπου περίοδο, κάπου στις ερήμους της Καλιφόρνια τα νέα παιδιά μην έχοντας πολλά να κάνουν πέρα από skate, διοχέτευαν όλη την ενέργεια τους στη μουσική. Σημαντικότερο γκρουπ εκείνης της εποχής φυσικά οι αξεπέραστοι Kyuss. Πάνω – κάτω τότε δημιουργήθηκαν και τα άλλα σημαντικά σχήματα του μουσικού ρεύματος που ονομάστηκε κάπως άκομψα, είναι η αλήθεια, stoner rock. Ο λόγος για τους Fu Manchu (επίσης από την Καλιφόρνια), τους Monster Magnet (New Jersey) και τους Clutch (Maryland). Στην ίδια «φουρνιά» άνηκε και ένα γκρουπ που διέφερε σημαντικά από τα παραπάνω καθώς ήταν ξεκάθαρες οι doom metal αναφορές του (παρεμπιπτόντως, σχήματα του doom όπως οι Pentagram, St Vitus κ.α. αποτέλεσαν καθοριστική επιρροή για αναρίθμητες stoner μπάντες). Ο λόγος φυσικά για τους Sleep, οι οποίοι δημιουργήθηκαν το 1990 στην Καλιφόρνια και έμελλε να γράψουν τη δική τους ιστορία στο χώρο, θεμελιώνοντας αυτό που συνηθίζουμε να κατηγοριοποιούμε ως stoner metal.
Αν όμως αναζητήσουμε τα πρώτα heavy rock γκρουπ θα φτάσουμε αναπόφευκτα στους Yawning Man (ο ηγέτης τους Mario “Boomer” Lalli είχε δημιουργήσει πριν από αυτούς τους βραχύβιους Across the River) αλλά και τους Masters of Reality του Chris Goss (από την ανατολική ακτή), που προηγήθηκαν των περισσοτέρων.
Πριν προχωρήσουμε παρακάτω, κάποιες διευκρινίσεις σχετικά με την ορολογία. Όπως προαναφέραμε το δεύτερο από τα μουσικά κινήματα της εποχής εκείνης ονομάστηκε stoner rock αρκετά αργότερα (όπως συμβαίνει συνήθως άλλωστε). Μια από τις πρώτες σχετικές αναφορές συναντάμε στην περίφημη συλλογή της Roadrunner Burn One Up! Music for Stoners, η οποία κυκλοφόρησε το 1997 και περιελάμβανε κομμάτια από μπάντες όπως Queens of the Stone Age, Fu Manchu, Karma to Burn, Sleep αλλά και Spiritual Beggars (Σουηδία) και The Heads (Αγγλία). Χρησιμοποιήθηκαν ωστόσο και όροι όπως desert rock (λόγω προέλευσης), fuzz rock (για λόγους προφανείς), jam rock (λόγω της έφεσης πολλών συγκροτημάτων της σκηνής στο τζαμάρισμα) κ.α. Τα τελευταία χρόνια έχει καθιερωθεί, ορθά κατά την γνώμη μου, ο όρος heavy rock, ο οποίος είναι πιο ευρύς, περιλαμβάνει όλα τα παραπάνω και στην ουσία είναι ο πιο εύστοχος. Άλλωστε δεν μπορεί ένα είδος μουσικής να χαρακτηρίζεται από μια… συνήθεια των μουσικών. Οπότε για λόγους ευκολίας στο εξής θα προτιμάται ο συγκεκριμένος όρος.
ii) Ελλάδα
Την ίδια εποχή στην ταπεινή Ελλάδα ούτε λόγος για αφομοίωση νέων μουσικών ρευμάτων. Ακόμα καλά καλά δεν είχαμε καταλάβει τις διδαχές του punk… Ωστόσο ένας νεαρός, ο Αργύρης “Argy” Γαλιατσάτος, έχοντας απολυθεί πρόσφατα από το στρατό και μην έχοντας κάτι καλύτερο να ασχοληθεί, θεώρησε καλή ιδέα να φτιάξει ένα συγκρότημα. Έτσι, κάπου το 1989 σχηματίστηκαν οι Nightstalker, με το όνομα τους να επιλέγεται, σύμφωνα με τον μύθο, μέσω… λεξικού. Οι Nightstalker είχαν την τύχη να ξεκινήσουν ταυτόχρονα σχεδόν με τους θεμελιωτές του heavy rock (Kyuss – Monster Magnet – Fu Manchu – Clutch) και να καταγραφούν, αργότερα, ως το πρώτο ελληνικό heavy rock συγκρότημα. Το γκρουπ τότε δεν μπορούσε σίγουρα να χαρακτηριστεί metal ενώ ταυτόχρονα ο ήχος του ήταν σαφώς πιο βαρύς από τα rock σχήματα της εποχής.
Υπήρχε όμως και κάτι άλλο ασυνήθιστο στην περίπτωση τους, ο Γιαλιατσάτος ήταν ταυτόχρονα ο τραγουδιστής και ο drummer τους, κάτι όχι πολύ συνηθισμένο (εκτός αν μιλάμε για τον Phil Collins…). Έχοντας όλες τις πιθανότητες εναντίον τους, αφού δεν χωρούσαν πουθενά (για να δανειστούμε τους στίχους ενός κομματιού της εποχής εκείνης) κατόρθωσαν (γιατί περί κατορθώματος πρόκειται) να ακολουθήσουν μια συνεπέστατη πορεία, αποτελώντας πηγή έμπνευσης και παράδειγμα για όλα τα μετέπειτα heavy rock γκρουπ της Ελλάδας, και τελικά να αποκτήσουν την αναγνώριση που δικαιούνταν (έστω και με καθυστέρηση).
Η ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ‘90
Όσοι αναζητούν τις ρίζες του heavy rock καταλήγουν τις περισσότερες φορές στα τέλη της δεκαετίας του ΄60 – αρχές δεκαετίας του ’70 και σε ονόματα όπως Jimi Hendrix, Blue Cheer, Black Sabbath, Captain Beyond κ.α. Κάποιοι πάνε ακόμα πιο πίσω καθώς βρίσκουν ψήγματα του συγκεκριμένου ήχου στα κλασικά western soundtracks του Ennio Morricone (αν προσέξετε τις «σκονισμένες» κιθάρες σε κάποια από τα θέματα εκείνα, θα καταλάβετε ότι δεν έχουν άδικο). Όπως και να έχει, το big bang στο heavy rock σημειώθηκε πολύ αργότερα, τη δεκαετία του ’90, με την εμφάνιση στις ΗΠΑ της πρώτης γενιάς των heavy rock συγκροτημάτων, τους κύριους εκπροσώπους της οποίας αναφέραμε ήδη παραπάνω. Κι ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες λάμβανε χώρα μια πραγματική κοσμογονία, στη μικρή χώρα μας λίγα σημαντικά πράγματα συνέβαιναν σε αυτό το χώρο. Τα περισσότερα, μάλιστα, από αυτά συνδέονται αναπόφευκτα με τους Nightstalker.
Εκείνη την εποχή το αποκαλούμενο «ελληνόφωνο rock» κυριαρχούσε, με μια σειρά από σπουδαίες μπάντες (με προεξάρχουσες τις Τρύπες και τα Ξύλινα Σπαθιά) να μονοπωλούν σχεδόν το ενδιαφέρον του ροκ/ εναλλακτικού (ή όπως αλλιώς προτιμάτε) κοινού. Το έδαφος δεν ήταν πρόσφορο για μπάντες που σκληρού ροκ που δεν ήταν όμως αμιγώς metal (αυτές είχαν ανέκαθεν το δικό τους συμπαγές κοινό, το οποίο δύσκολα αγκάλιαζε λιγότερο heavy ήχους). Ούτε λόγος λοιπόν για heavy rock σκηνή, οι όποιες προσπάθειες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν μεμονωμένες.
Η πρώτη πραγματικά σημαντική κυκλοφορία εμφανίστηκε το 1994 με το EP Side FX των Nightstalker, οι οποίοι το μόνο που είχαν να παρουσιάσουν μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν το ζωντανά ηχογραφημένο το 1991 στο Ρόδον First Psychedelic Demo Tape (όποιος έχει στην κατοχή του τη συγκεκριμένη κασέτα ή έστω την έχει ακούσει, θα πρέπει να αισθάνεται προνομιούχος). Ενώ η πρώτη εμφάνιση τους στη δισκογραφία καταγράφηκε το 1990 στη συλλογή Metal Gear στην οποία συνεισέφεραν δυο κομμάτια ως Night Stalker! To Side FX (κυκλοφορία της κραταιάς –τότε- Hitch Hyke) περιελάμβανε 5 συνθέσεις σε παραγωγή Αλέξη Καλοφωλιά και Θοδωρή Μανίκα, με το γκρουπ να παρουσιάζει το πρώιμο heavy rock ύφος του, με εμφανείς αναφορές στο grunge που τότε μεσουρανούσε. Εξάλλου, όπως είχαν διηγηθεί οι ίδιοι σε μια συνομιλία μας, την εποχή εκείνη και ελλείψει του όρου heavy rock (ή stoner) οι περισσότεροι τους κατέτασσαν στο grunge και μόνο προς τα τέλη των 90s άρχισαν να χαρακτηρίζουν τη μουσική τους stoner rock.
Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε το μοναδικό single των Jesus Toy με τίτλο Play Deep, Breath Loud. Περιελάμβανε τα κομμάτια Search και Loss, τα οποία αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα ατόφιου 90s heavy rock. Το σχήμα, από το οποίο πέρασαν γνωστοί μουσικοί της εγχώριας underground σκηνής, δυστυχώς δεν κυκλοφόρησε κάτι άλλο πέραν του προαναφερθέντος 7ιντσου και το μόνο άλλο υλικό του που καταφέραμε να εντοπίσουμε βρίσκεται στη Sub Collection #2 του 1997 (πρόκειται το κομμάτι τους D.E.A.D.).
Άλλη μια κυκλοφορία εκείνης της εποχή στην οποία αξίζει να αναφερθούμε είναι το ντεμπούτο των Honeydive Frail (1993). Μπορεί το γκρουπ του κιθαρίστα και τραγουδιστή Γιώργου Λάιτμερ (μετέπειτα δημιουργός και των Engine V) να κινούταν σε πιο ξεκάθαρους grunge δρόμους, ωστόσο δεν απείχε πολύ ηχητικά από το heavy rock, όπως παιζόταν τουλάχιστον τότε. Όσοι ενδιαφέρονται για τον συγκεκριμένο ήχο αξίζει να το αναζητήσουν. Η μπάντα κυκλοφόρησε την επόμενη χρονιά το EP Ultraviolet (1994) και κατόπιν τα ίχνη της χάνονται. Δύο από τα μέλη της (ο Λάιτμερ και ο Τομαράς) δημιούργησαν αργότερα τους Engine V, για τους οποίους θα μιλήσουμε παρακάτω.
Την ίδια περίπου περίοδο (1993 – 1995) ηχογραφούν και το πρώιμο υλικό τους οι Headquake, το οποίο ωστόσο έμελλε να κυκλοφορήσει περίπου δυο δεκαετίες αργότερα. Το γκρουπ προέκυψε από τα σπλάχνα των θρυλικών Villa21, καθώς συμμετείχαν ο ντράμερ τους Μπάμπης Δαλίδης (εμβληματική μορφή του εγχώριου underground και ιδρυτής της Creep Records) και ο αδικοχαμένος κιθαρίστας τους Κώστας Ποθουλάκης (έφυγε από τη ζωή το 1993 μετά από τροχαίο ατύχημα). Οι συνθέσεις εκείνης της εποχής κυκλοφόρησαν τελικώς το 2016 στο LP Roots And Branches, το πρώτο μέρος (ή πρώτη πλευρά, αν προτιμάτε, καθότι βινύλιο) του οποίου περιείχε κομμάτια ηχογραφημένα το 1993 με τον Ποθουλάκη στην κιθάρα και τον Αργύρη των Nightstalker στη φωνή, ενώ στο δεύτερο, που προέρχεται από το 1995, τα φωνητικά ανήκουν στον Shen “Zen” Lenahan. Ο τραχύς ήχος του δίσκου καθρεφτίζει την εποχή εκείνη όπου το heavy rock μόλις είχε αρχίσει να αφομοιώνεται στη χώρα μας. Το συγκεκριμένο γκρουπ πάντως θα έπρεπε να φέρει το τίτλο του survivor μιας και συνεχίζει ακόμα και σήμερα και οι μετέπειτα δουλειές του θα μας απασχολήσουν παρακάτω.
Με την απαρίθμηση των παραπάνω ονομάτων ολοκληρώνεται η σύντομη, είναι η αλήθεια, λίστα των γκρουπ που έδρασαν στα 90s καταπιανόμενα με το heavy rock. Σίγουρα θα υπήρξαν και άλλες μεμονωμένες περιπτώσεις, ωστόσο οι σημαντικότερες είναι αυτές που προαναφέρθηκαν. Ειδική αναφορά χρίζει στους Last Drive οι οποίοι παρότι δεν έπαιξαν ποτέ heavy rock, αποτέλεσαν σαφώς ένα από τα πρώτα συγκροτήματα που κατανόησαν το συγκεκριμένο νέο (τότε) μουσικό ρεύμα. Η σταδιακή μεταστροφή του ήχου τους στα 90s προς ένα σκληρότερο ήχο μπορεί να ιδωθεί και κάτω από αυτό το πρίσμα. Μπορεί λοιπόν να μην έπαιξαν ποτέ heavy rock, η αναφορά τους όμως εδώ μόνο παράδοξη δεν είναι. Και επειδή τίποτα δεν είναι τυχαίο, το επόμενο γκρουπ του Αλέξη Καλοφωλιά μετά την διάλυση των Last Drive το 1995, οι θαυμάσιοι Earthbound φρόντισαν να διασκευάσουν στο ομώνυμο ντεμπούτο τους το 2000, το ιερό δισκοπότηρο του heavy rock, το αξεπέραστο Gardenia των Kyuss, σε ακουστική μάλιστα εκτέλεση (ο μύθος λέει πως τη συγκεκριμένη διασκευή “ενέκρινε” ο ίδιος ο Josh Homme όταν οι Earthbound συνυπήρξαν στο ίδιο line up με τους Queens of the Stone Age στο Rockwave του 1999, ποιος ξέρει, ίσως να είναι αλήθεια…).
Ο τίτλος της κορυφαίας κυκλοφορίας των 90s στην εγχώρια heavy rock σκηνή ανήκει αναμφισβήτητα στο full length ντεμπούτο των Nightstalker, το περίφημο Use του 1996, ένα άλμπουμ κομβικό από κάθε άποψη. Δίσκος με κομμάτια που έμελλαν να γίνουν κλασικά, όπως οι δυναμίτες Give Me, Use, Trigger Happy, Raw καθώς και το θαυμάσιο This Is U. Αποτελεί σημείο αναφοράς για το συγκρότημα αλλά και για ολόκληρη τη σκηνή (που τότε βρισκόταν ακόμα στα σπάργανα). Αν κάποιος νεότερος θέλει να ξεκινήσει την ενασχόληση του με το εγχώριο heavy rock δεν έχει παρά να αρχίσει από αυτό.
Ως το τέλος της δεκαετίας δεν προέκυψε κάτι άλλο αξιοσημείωτο, τουλάχιστον, σε δισκογραφικό επίπεδο. Οι Nightstalker συνέχισαν ακάθεκτοι την πορεία τους, χωρίς όμως να έχουν άξιους συμπαραστάτες. Κάπως έτσι ολοκληρώθηκε μια δεκαετία με πενιχρή μάλλον συγκομιδή στον συγκεκριμένο ήχο, το σημαντικό όμως είναι πως μπήκε ο σπόρος για την μελλοντική άνθηση της σκηνής.
Κείμενο – επιμέλεια αφιερώματος: Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος
Cover Photo: Κωνσταντίνος Κανδυλιώτης